Lavender Nightsky

Το κρησφύγετο των ονειροπνοών

There are open wounds underneath this city
And they fester with rats and poison.
We are the generation of implants.
Thrown in the trash can.
Should the wound reject us.
We believe in deities long since forgotten.
We climb ladders, step on snakes.
Feed the flesh and cleanse the urges.
And when the night calls us, we deliver our spirits
From cradle to grave we crawl
The purpose is the same
Only the frequencies differ
The creative life, the sewers
The story of a moth turning to soil
The mind fed by necessities and opportunities.
All tales and mysteries annihilated
Indifference lurks everywhere
Let us mourn for the sleepless nights.
Let us mourn for the gap in our stomachs
We used to feel something there once
When the wind howled
Under the Milky Way
Amidst the waves engulfing the shore

The wind is dead, no more sailing
Summer will soon be over
Eyes red, no longer shed a tear
This fresh winter shall receive no welcoming gift.

Ήρθε πάλι και στοιχειώνει τα όνειρα μου
Η μορφή της, ξαπλωμένη στο πάτωμα.
Και η κούπα πάνω στο τραπέζι
Με λίγο από το ροζ κοκτέιλ ακόμα μέσα
Κι η ανάσα της γαλήνια να φιλά τον αιθέρα

Έπειτα το τηλέφωνο, η βοήθεια, η ώρα
Σειρήνες και η απέραντη σιωπή

Κι είδα και το σταυρό που προσευχόμουν
Να την κρατήσει ζωντανή
Κι ένα μικρό χεράκι που κρατούσα.
Αν έκλειναν πάντα τούτες οι πληγές ,
ο σταυρός θα καιγόταν από ντροπή.

Κι έρχονται στον ύπνο μου ξανά
Εκεί που νομίζω ότι η ζωή θα έχει μόνο ζωή
Εκεί που πίστευα ότι όλα αυτά δεν είμαι εγώ
Είναι πιο εγώ από εμένα
Και πιο αληθινά απ' τις σκιές μας

Και τώρα που η μέρα κλείνει γύρω μου
Γίνομαι εκείνη.

Βαδίζω στο χείλος του φαραγγιού
Γύρω της κάνω κύκλους σαν κοράκι
Φιλάω το μέτωπο της και κρατώ την κούπα
Και πριν σηκώσω για να πιω ακούω τη φωνή της
"Μην του παραδώσεις την ψυχή σου"

Έχω ψυχή; Είναι ο εγωισμός;
Η κούπα είμαι Εγώ. Την πίνω κάθε μέρα.
Μέχρι τελευταία γουλιά.
Μέχρι να τη δώσω στο δικό μου σπέρμα.
Μέχρι να τελειώσω το ποίημα.

Νομίζεις ότι υπάρχεις
Κατεδαφίζεσαι μέρα τη μέρα
Κραδαίνει το όπλο η σαθρή ύπαρξη σου
Το στρέφει νωχελικά στον κρόταφο
Και περιμένει να εκπυρσοκροτήσει

Επιβιώνεις, λες πως ζεις
Οι μέρες σου ανάβουν το καντήλι
Κι αφήνουν λίγα λουλούδια στο μάρμαρο
Ώσπου να περάσει ο επιστάτης
Να ανοίξει το λάστιχο, να τρέξει η άβυσσος

Είναι λαμπερή η φυλακή σου
Το κρεβάτι σου μονό, μεταλλικό
Νεοφιλελεύθερη την είπαν τη ματιά σου
Χοροπηδάς πάνω στην Εκκλησία που καίγεται
Και μιλάς ήρεμα και λογικά

Οι νύχτες καμμένα Χριστουγεννιάτικα δέντρα
Γόπες στο πεζοδρόμιο της πλατείας
Μυρωδιά μπύρας και ουρητηρίου
Κι επιγραφή νέον στο υπόβαθρο
"Hot dog με ενάμισι ευρώ"

Ένας αέρας παρασέρνει μια νότα
Το στήθος πάλλεται, το κεφάλι γυρίζει
Λίγο μαζούτ γαργαλάει το ρουθούνι σου
Το ηχείο σιωπά, τα βλέφαρα πέφτουν
Κι ονειρεύεσαι αυτά που δεν ήσουν


Μη μου γράφεις άλλες λέξεις
Πέφτουν βαριές μέσα στο βράδυ
Αναταρράσουν το χωροχρόνο στο δωμάτιο
Βυθίζονται μες τη διαστρέβλωση
από την άπειρη πυκνότητα της καταχνιάς μου.
Μη μου γράφεις άλλους στίχους
Πλέκουν σχοινιά γύρω απ'την καρδιά μου
Και το στομάχι μου σφίγγεται

Δεν έχει μείνει τίποτα ιερό
Κατεδαφίσαμε κάθε Τείχος

Μην περιμένεις να στείλω πίσω Ενέργεια
Οι μαύρες τρύπες μόνο απορροφούν
Δεν είμαι Novae, Ήλιος η φως
Είμαι το κάρβουνο που καίει την αγάπη
Κι αυτά που ονειρευόμουν, ποιήματα, σονέτα
Τώρα σηκώνουν την παλίρροια
Τώρα μου χτίζουν το κελί μου

Δεν είμαι φτιαγμένη για Έρωτα
Δε μου αξίζουν οι στίχοι και οι σκέψεις
Είναι η παράνοια και η τιμωρία μου
Να κυνηγώ πάντα μια χίμαιρα
Και μόλις γευτώ ένα κομμάτι του ονείρου
στα πόδια να το βάζω σα μικρό παιδί.
Αυτό είναι αρρώστια, καταδίκη, Τρέλα
Αυτή είναι η ώριμη σιωπή της μοναξιάς
Η λήξη της διάνοιας, η αρχή της Φωτιάς

Αυτά σου γράφω λοιπόν
Αυτά και η ψυχή μου σβήνει
Θα έγραφα ότι σε αγαπώ αλλά...
Είτε δεν έμαθα ποτέ να αγαπώ
Είτε χρειάζεται να αναλυθώ διαστατικά
Σε αγαπώ όμως με έναν τρόπο
Ίσως το μόνο τρόπο που γνωρίζω
Κι εύχομαι αυτό να είναι κάτι...

Ειλικρινά δική σου,
Χ.Γ.

Πάει καιρός. Έλεγα ότι με την καταχνιά θα έρθει το γράψιμο. Έλεγα ότι με το χρόνο θα έρθει η ροή.
Δεν πρόλαβα. Περιπλανιόμουν στους δρόμους. Μιας Μητροπόλεως. Οι δρόμοι είναι ζωντανοί. Γίνομαι ένα μαζί τους. Ο χρόνος δε σταματά εδώ. Εγώ έχω σταματήσει. Σε μια σπηλίτσα, η στάθμη ανεβαίνει. Σε μια πόλη τα τραίνα τρέχουν. Οι άνρθωποι έχουν ζωές. Εγώ έχω λίγο πράσινο δίπλα μου. Γιατί το πράσινο είναι τόσο καταπραϋντικό χρώμα; Γιατί βρίσκομαι εδώ;
Είναι τόσα που θέλω να γράψω και δε γράφω τίποτα. Δεν έχω πια μιλιά. Mind is a muscle. And if you don't exercise it often, θα ατονήσει. Η ζωή με περνά. Και οι δύο μου ζωές. Έχω δύο ζωές που προχωρούν χωρίς εμένα.Εγώ βρίσκομαι στη μέση και δεν κάνω τίποτα. Παρακολουθώ ένα επεισόδιο. Βλέπω ένα χαζό βίντεο. Πίνω ένα ποτήρι μπύρα. Κάνω κάτι. Και ο χρόνος κυλά.

Θέλω να γράψω τόσα. Έχω δει τόσα και έχω τόσα να πω. Ας δω άλλο ένα επεισόδιο. Άλλη μια παρτίδα και τέλος. Αφού με ηρεμεί. Δεν είναι γλυκιά αυτή η ηρεμία; Υπάρχουμε μέχρι να συνειδητοποιήσουμε πως ζούμε. Μιλάμε έξω απ'το δέρμα μας. Δεν ξέρουμε αν περπατούμε ή αν ονειροβατούμε. Και ψάχνουμε εκείνες τις στιγμές που μας ξυπνούν. Στιγμές που μας γεμίζουν πόνο ή ένταση, στιγμές που ουρλιάζουν στο αυτί μας ότι είμαστε εδώ. Μακάρι να πέθαινα σε μια τέτοια στιγμή. Βασικά έχω ήδη πεθάνει σε μια τέτοια στιγμή. Περιμένω να αναστηθώ για να ξαναπεθάνω έτσι. Πόσο τυχεροί είναι εκείνοι που κάνουν όλες τις στιγμές τους τέτοιες στιγμές. Είναι τύχη. Είναι ικανότητα. Γενετική προδιάθεση. Οι υπόλοιποι αγοράζουμε εργαλεία και εγχειρίδια αυτοβελτίωσης. New age μαλακίες παντός είδους. Μυστικά, γιόγκες, βίγκαν, Κοέλο, τα τσι και τα τσιτσι. Το μόνο μυστικό που χρειαζόμαστε είναι να φυσήξουμε τον κλέφτη, να σκορπίσει στον αέρα και να παρακολουθήσουμε το χνούδι να κάνει κίνηση Brown. Μήπως και μάθουμε. Δε θέλει ούτε youtube videos, ούτε meetups, ούτε tinder. "Μα το σεξ;" "Ποιό σεξ;" Μια τιντερονύχτα ίσον ένα κρύο πιάτο σούπα βελουτέ. Μια κακή παράσταση εναλλακτικού φεστιβάλ. Ένα κενό που δε γεμίζει παρά μόνο αν βρει την ηδονή ο νους.

Αυτό λείπει. Αυτή είναι η κατάρα μας. Γι'αυτό πάρτε τον προχώ δυτικό πολιτισμό σας και βάλτε τον στον πάτο σας. Εγώ θα προτιμήσω να χαθώ κάτω από ένα ροζ βότσαλο στο Ελαφονήσι. Να κοιμηθώ πάνω στον πλάτανο μου στον Άγιο Δημητράκη, στον Ταϋγετο ακούγοντας το νανούρισμα που μου τραγουδούν ο αέρας και τα φύλλα. Να παρακουλουθώ δύο αδέσποτα σκυλιά να παίζουν. Ταινία λίγων Όσκαρ αλλά υψηλής κινηματογράφισης. Να πιω ένα τσίπουρο στα Πετράλωνα κι άλλο ένα στο Μεταξουργείο χωρίς να ακούσω τη λέξω "λεφτά" ούτε μια φορά. Να σβήσω με το ηλιοβασίλεμα στο Λιμένι όπως τα δάκρυα θα σβήνουν τα πυρωμένα μάγουλα μου.
Και να μείνω ξάγρυπνη. Αναστενάζοντας. Από πόθο. Όχι από έννοια. Από πόθο ανεκπλήρωτο. Από όνειρο άπιαστο. Από τις ιστορίες που φτιάχνω στο μυαλό μου. Στο φεγγαρόφωτο, στην παραλία, ένα βράδυ του Αυγούστου, κάτω από την βροχή των Περσίδων. Αυτό θέλω. Δε θέλω τις ευκαιρίες. Δε θέλω αξιοπρέπεια, ευγένεια, τάξη, υποδομές. Θέλω τις στιγμές που ουρλιάζουν. Θέλω να πεθάνω μια τέτοια στιγμή. Όχι πριν ούτε μετά, παρακαλώ. Τότε. Εκεί και πάντα. 

About

Εδώ βρίσκουν καταφύγιο τυχαία όνειρα και σκέψεις.

The Singing Pervert

Lost Souls

The Ocean

The Ocean
The Beginning, the End